- επανθρακιδες
- ἐπανθρακίδεςἐπ-ανθρᾰκίδες-ων αἱ мелкая рыбешка (для жарения) Arph.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
επανθρακίδες — ἐπανθρακίδες, αι (Α) τα ψάρια που ψήνονται πάνω σε κάρβουνα ή ψάρια για τηγάνισμα («ἡνίκ ἄν ἐπανθρακίδες ὦσι παρακείμεναι», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανθρακ ίδες «μικρά ψάρια που τρώγονται ψητά»] … Dictionary of Greek
ἐπανθρακίδες — small fish for frying fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπανθρακίδας — ἐπανθρακίδες small fish for frying fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπανθρακίδων — ἐπανθρακίδες small fish for frying fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)